ιωδομετρία

ιωδομετρία
και ιωδιομετρία, ή
χημ. τεχνική τής αναλυτικής χημείας που συνίσταται στην τιτλοδότηση τού στοιχειακού ιωδίου το οποίο ελευθερώνεται κατά τη διάρκεια μιας οξειδοαναγωγικής αντίδρασης με τη βοήθεια πρότυπου διαλύματος θειοθειικού νατρίου και δείκτη αμύλου που επιτρέπει τον ακριβή προσδιορισμό τού πέρατος τής τιτλοδότησης.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ιώδιο — Χημικό στοιχείο με σύμβολο Ι· ανήκει στην έβδομη ομάδα του περιοδικού συστήματος των στοιχείων, στην υποομάδα των αλογόνων, και έχει ατομικό αριθμό 53, ατομική μάζα 126,9 και ένα σταθερό ισότοπο 127Ι. Είναι αρκετά διαδεδομένο στη φύση με τη μορφή …   Dictionary of Greek

  • θειοθειικά άλατα — Άλατα του θειοθειικού οξέος H2S2O3. Είναι γνωστά κυρίως τα θ.ά. των αλκαλίων και των αλκαλικών γαιών που είναι ευδιάλυτα στο νερό. Τα θ.ά., σε αντίθεση με το θειοθειικό οξύ, είναι σταθερά σε συνήθη θερμοκρασία, αλλά με θέρμανση διασπώνται σε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”